Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2008

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΧΑΡΑΣ ΚΙ ΑΓΑΠΗΣ

Οι ημέρες του δωδεκαήμερου από παλιά θεωρούνταν ημέρες ανάπαυλας και χαράς. Και τα έθιμα έρχονται να μας υποδείξουν ότι είναι ανθρώπινη κι αναντικατάστατη η ανάγκη να αποκτήσουμε χαμένες ή χαλαρωμένες σχέσεις με αγαπημένα μας πρόσωπα και, πάνω από όλα, βιώνοντας τον άνθρωπο, να πετάξουμε, επιτέλους, τις μάσκες μας…

Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Το στόλισμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου είναι η ουσία των Χριστουγέννων. Το έθιμο στην Ελλάδα έχει ξενική προέλευση και το εισήγαγαν οι Βαυαροί. Για πρώτη φορά στολίστηκε δέντρο στα ανάκτορα του Όθωνα το 1833 και μετά στην Αθήνα. Από το Β’ παγκόσμιο πόλεμο και μετά το δέντρο με τις πολύχρωμες μπάλες μπήκε σε όλα τα ελληνικά σπίτια.


Πρόδρομός του, το χριστόξυλο ή δωδεκαμερίτης ή σκαρκάνζαλος, ένα χοντρό ξύλο από αχλαδιά ή αγριοκερασιά. Τα αγκαθωτά δέντρα, κατά τη λαϊκή αντίληψη, απομακρύνουν τα δαιμονικά όντα, όπως τους καλικάντζαρους. Οι πρόγονοί μας τοποθετούσαν το χριστόξυλο στο τζάκι του σπιτιού την παραμονή των Χριστουγέννων. Η στάχτη των ξύλων προφύλασσε το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό. Το χριστόξυλο αντικαταστάθηκε από το χριστουγεννιάτικο δέντρο, το οποίο από τη Γερμανία εξαπλώθηκε και ρίζωσε και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, για να ταξιδέψει στη συνέχεια στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ωστόσο, ο καθηγητής την Χριστιανικής Αρχαιολογίας Κώστας Καλογύρης υποστήριξε ότι το έθιμο του δέντρου δεν έχει γερμανική προέλευση αλλά ανατολίτικη. Την άποψη του στηρίζει σε ένα συριακό κείμενο που υπάρχει σε χειρόγραφο στο Βρετανικό Μουσείο. Το κείμενο αναφέρεται σε έναν ναό που έχτισε το 1512 ο Αναστάσιος ο Ά στα βόρεια της Συρίας και στον οποίο υπήρχαν δύο μεγάλα ορειχάλκινα δέντρα. Σύμφωνα με μια παράδοση, το στόλισμα του δέντρου καθιερώθηκε από τον Μαρτίνο Λούθηρο, ο οποίος, περπατώντας τη νύχτα στα δάση και βλέποντας τα χειμωνιάτικα αστέρια να λάμπουν μέσα στα κλαδιά, συνέλαβε την ιδέα της τοποθέτησης ενός φωτεινού δέντρου στο σπίτι του, που θα απεικόνιζε τον έναστρο ουρανό απ’ όπου ο Χριστός ήρθε στον κόσμο.

Χριστόψωμα. Εκτός από το χριστουγεννιάτικο δέντρο, οι νοικοκυρές φροντίζουν και για την παρασκευή των χριστόψωμων. Το έθιμο διατηρείται σε ελάχιστα μέρη της Ελλάδας, κυρίως σε ορεινές περιοχές, αφού τα τσουρέκια βασιλεύουν σε πωλήσεις. Τα χριστόψωμα, σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτριο Λουκάτο, αποτελούν το βασικό ψωμί των Χριστουγέννων και το ευλογημένο, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του.

Γαλοπούλα. Κύριο πιάτο την ήμερα των Χριστουγέννων είναι η γαλοπούλα, που έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές της χώρας μας διατηρείται το έθιμο της κοτόσουπας, και ιδιαίτερα στη Θεσσαλία. Παλαιότερα η κοτόσουπα αποτελούσε το κυρίως πιάτο που έτρωγαν οι Έλληνες όταν επέστρεφαν από την εκκλησία. Σήμερα η βρώση της γαλοπούλας έγινε σύμβολο καλοπέρασης.

Βασιλόπιτα. Το κόψιμο της βασιλόπιτας είναι από τα ελάχιστα αρχέγονα έθιμα που επιβιώνουν. Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτρη Λουκάτο αποτελεί εξέλιξη του γνωστού και λαϊκού εθίμου της πρωτοχρονιάτικης πίτας. Στην αρχαιότητα υπήρχε το έθιμο του εορταστικού άρτου, τον οποίο σε μεγάλες αγροτικές γιορτές οι αρχαίοι Έλληνες πρόσφεραν στους θεούς. Τέτοιες γιορτές ήταν τα Θαλύσια και τα Θεσμοφόρια. Χαρακτηριστικό στοιχείο της βασιλόπιτας είναι ότι ο άνθρωπος δοκιμάζει την τύχη του με το κέρμα της, προσπαθώντας να μαντέψει πώς θα του έρθουν τα πράγματα στη νέα χρονιά. Σε όποιον πέσει το φλουρί, αυτός θα είναι ο τυχερός και ευνοούμενος του νέου έτους!
Ο τζόγος. Την Πρωτοχρονιά συνηθίζουμε να παίζουμε χαρτιά είτε στα καζίνα είτε στα σπίτια μας. Η λέξη “τράπουλα” προέρχεται από την ιταλική trapola, που σημαίνει παγίδα, δόλο. Τα μεσαιωνικά χρόνια με τη λέξη αυτή ονόμαζαν τη δέσμη με τα παιγνιόχαρτα. Τα χαρτιά τα γνώρισε η Ευρώπη από τους ανατολικούς λαούς. Τα έφεραν οι Άραβες με τις κατακτήσεις τους στην Ισπανία. Στην Ανατολή διεκδικούν την πατρότητα οι Βραχμάνοι, οι Κινέζοι και οι Αιγύπτιοι. Οι Ιταλοί άρχοντες, όμως, ήταν εκείνοι που τα αγάπησαν ιδιαίτερα. Το παιχνίδι γίνεται είτε με μαντική είτε με μαγική διάθεση. Γι’ αυτό ο κάθε παίχτης προσπαθεί να κερδίσει όλο τον χρόνο.

Ξέφωτα. Η γιορτή των Θεοφανίων είναι μία από τις λαμπρότερες του έτους, καθώς γιορτάζεται στην αρχή της νέας χρονιάς. Τη μέρα αυτή ολοκληρώνεται το δωδεκαήμερο. Την πρώτη μαρτυρία γι’ αυτήν την γιορτή μας την δίνει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στις αρχές των μεταχριστιανικών χρόνων. Στην αρχαία Ελλάδα γιορτάζονται τα “Θεοφάνια” στην αρχή της άνοιξης στους Δελφούς.
Ο λαός ονομάζει τα Θεοφάνια και “φώτα ολόφωτα”, “ξέφωτα”, και “φωτόγεννα”, επειδή τότε φωτίζεται ο κόσμος και αγιάζονται τα νερά. Στις εκκλησίες ψάλλεται το “Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου…”. Κατόπιν οι πιστοί παρακολουθούν τη ρίψη του σταυρού στη θάλασσα, στον ποταμό ή σε δεξαμενή, όταν δεν βρίσκονται κοντά σε παραθαλάσσιο ή παραποτάμιο μέρος. Έπειτα οι κολυμβητές πέφτουν στα νερά για να πιάσουν τον σταυρό, τον οποίο παλαιότερα περιέφεραν στα σπίτια.

Αυτές τις ημέρες στη Δράμα οι πιστοί μεταμφιέζονται και φορούν μάσκες με τρομακτική όψη. Φέρουν κουδούνια και περιφέρονται στο χωριό κάνοντας εκκωφαντικούς θορύβους. Είναι τα περίφημα ροκατζάρια, ένα έθιμο που συμβολίζει τον καθαρμό και την εκδίωξη των δαιμονικών όντων και των κακοποιών στοιχείων του δωδεκαήμερου.
“Οι έξω από δω”. Είναι οι γνωστοί σε όλους μας καλικάντζαροι. Πρόκειται για δαιμονικές μορφές που ζουν στα έγκατα της Γης και κατά τη διάρκεια της χρονιάς πριονίζουν το δέντρο της Γης για να γκρεμίσουν τον κόσμο. Το δωδεκαήμερο ανεβαίνουν πάνω για να πειράξουν και να μοιάσουν τους ανθρώπους. Η ονομασία τους προέρχεται από το επίθετο “καλός” και από το “κάνθαρος”. Ο λαϊκός άνθρωπος φανταζόταν τους καλικάντζαρους τριχωτούς με μορφή τράγου που σύχναζαν στα τρίστρατα. Τους εξευμένιζαν καίγοντας αλάτι ή κρεμώντας πίσω από την πόρτα κατωσάγονο ή πανωσάγονο χοίρου. Οι καλικάντζαροι εξαφανίζονταν τα Φώτα με τον αγιασμό των νερών.


Τα κάλαντα. Και ποιος δεν έχει τραγουδήσει τα κάλαντα όταν ήταν παιδί! Κάλαντα, “αι διαβατήριαι επωδαί” κατά τους λαογράφους. Τα φιλοδωρήματα που δίνουμε είναι ένα είδος εξαγοράς των ευχών που μας λένε τα παιδιά. Τα κάλαντα είναι μια πράξη τελετουργική, η οποία –σύμφωνα με τη λαϊκή αντίληψη- έχει αποτέλεσμα την ευημερία.

Κάρτες. Οι χριστουγεννιάτικες και πρωτοχρονιάτικες κάρτες, οι οποίες λειτουργούν ως επικοινωνιακοί αγγελιοφόροι χριστουγεννιάτικων και πρωτοχρονιάτικων μηνυμάτων, αποτελούν αναπόσπαστο συμπλήρωμα των εορτών. Στις κάρτες απεικονίζονται κατά κύριο λόγο η γέννηση του Χριστού με τη φάτνη, οι τρεις μάγοι με τα δώρα, άγγελοι και αστέρια…Το στερεότυπο ευχετικό μικροκείμενο των καρτών είναι “Καλά Χριστούγεννα και Ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος”.
Η χριστουγεννιάτικη κάρτα θεωρείται ότι είναι αγγλική επινόηση. Την πατρότητά της διεκδικεί αρχικά ο Γουίλιαμ Έντλεϊ, ο οποίος φέρεται ως ο σχεδιαστής της πρώτης κάρτας το 1842, που είναι σήμερα έκθεμα του Βρετανικού Μουσείο. Μερικά χρόνια αργότερα η μόδα της κάρτας έφτασε στην Αμερική, στην Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία. Η Δανία θεωρείται ότι είναι η πιο φημισμένη χώρα στις πωλήσεις των καρτών. Διακινεί κάθε χρόνο 50.000.000 κάρτες. Στην Ελλάδα οι κάρτες παρουσιάστηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα από Έλληνες μετανάστες στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και στην Αυστραλία